Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2013



!

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΟΥΤΣΙΟΥ!
Η υπόδηση μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια βασική ανάγκη του ανθρώπου και μέρος της ένδυσης, αλλά στην πραγματικότητα για αυτούς που ασχολούνται με αυτή είναι όχι μόνο τεχνική, αλλά τέχνη και πολλές φορές καλλιτεχνία που απαιτεί ιδιαίτερη φαντασία και συνθετική ικανότητα από τους δημιουργούς της. Η ιστορία της υπόδησης είναι τεράστια και παράλληλη με αυτή του ανθρώπου!
Η ιστορία του υποδήματος ξεκινά σχεδόν από τότε που ο άνθρωπος στάθηκε στα πόδια του, περίπου 30 εκατομμύρια χρόνια πριν, σύμφωνα με κάποιους ανθρωπολόγους. Οι πρώτες εικόνες παπουτσιών μας έρχονται από σπήλαια στην Γαλλία και την Ισπανία, οπού παρουσιάζονται τοιχογραφίες οι οποίες δείχνουν γυναίκες να φορούν μπότες και άνδρες να φορούν γκέτες. Αυτές χρονολογούνται περίπου 14000 χρόνια πριν. Το αρχαιότερο παπούτσι είναι πιθανότατα το μοκασίνι των ινδιάνων (15000 χρόνια πριν), φτιαγμένο από δέρμα και οπλές ζαρκαδιού και φιδιών. Επίσης στη Δανία σε τάφους της εποχής του σιδήρου βρέθηκαν παραστάσεις που δείχνουν παπούτσια σαν τα μοκασίνια των Ινδιάνων.
Βέβαια τα πρώτα παπούτσια, με αποδείξεις μας έρχονται από την Αίγυπτο. Άλλα φτιαγμένα από χοντρά φύλλα και άλλα σαν σανδάλια από φύλλα φοίνικα ή πάπύρου με εσωτερική επένδυση και εκπληκτικές διακοσμήσεις. Από νωρίς το παπούτσι ήταν ενδεικτικό της οικονομικής κατάστασης και της κοινωνικής θέσης. Για παράδειγμα οι απλοί Αιγύπτιοι φορούσαν πέδιλα από φτωχά δέρματα, ενώ οι ιερείς πλούσια υποδήματα από πάπυρο.
Οι αρχαίοι Έλληνες από πολύ νωρίς ξεκίνησαν την κατασκευή υποδημάτων, δημιουργώντας νέα μοντέλα και οργανώνοντας τις πρώτες υποδηματοποιίες στο Άργος, στη Ρόδο, στη Σικυώνα. Πρωταγωνιστής ήταν το χαμηλό σάνδαλο. Υπήρχαν όμως και πλήθος άλλων υποδημάτων με τα εξής ονόματα αμυκλαί, αρβύλαι, βασσαίραι, βαυκίδες, βλαύται, διάθρα, εμβάδες, εμπίλια, ιφικρατίδες, καρβατίναι, κνημίδες, κόθορνοι, πηλοπατίδες, τροχάδες και ενδρομίδες. Μεγάλος Έλληνας υποδηματοποιός ήταν ο Ιφικράτης. Τα σύνεργα του υποδηματοποιού ήταν: περιτομεύς, το οπέας και ο καλάπους. Η κατασκευή περιλάμβανε τα εξής στάδια: πρώτα κατεργάζονταν τα δέρματα με διάφορα έλαια, έραβαν το παπούτσι με νεύρα βοδιού, εφάρμοζαν τα καττύματα(σόλες) με ράψιμο ή κόλλημα, τα έβαφαν με μαύρη ή κόκκινη μπογιά, και μετά τα στίλβωναν με ορυκτές ύλες.
Επίσης μεγάλοι υποδηματοποιοί υπήρξαν και οι Ετρούσκοι των οποίων τα μοντέλα ήταν γνώρισμα και προνόμιο των πλουσίων σε Ελλάδα και Ρώμη. Στη Ρώμη, περισσότερο από ότι στον ελληνικό χώρο, τα παπούτσια καθόριζαν την κάθε κοινωνική ομάδα και την κάθε βαθμίδα. Ο καθημερινός Ρωμαίος, φορά ένα παπούτσι κλειστό (calceus), ενώ οι αξιωματούχοι και οι συγκλητικοί φορούν πολυτελέστερα παπούτσια (calceus senatorum). Οι πρίγκιπες φορούν ένα είδος μπότας που μοιάζει με κόθορνο (umbleus). Οι αυτοκράτορες φορούσαν ένα υπόδημα από μαροκινό πορφυρό δέρμα, με χρυσά σιρίτια, και δέρμα λιονταριού στην κνήμη, το οποίο λεγόταν campagus. Οι ηθοποιοί πάλι φορούν διαφορετικά υποδήματα. Οι τραγικοί κοθόρνους, και οι κωμικοί τα soccus (τσόκαρα). Ενώ οι γυναίκες χαμηλών ηθών φορούν κόκκινα παπούτσια. Τα υποδήματα των στρατιωτικών διαφέρουν ανάλογα με τον τομέα και την βαθμίδα. Ο απλός στρατιώτης φορά σανδάλι με ξύλινη σόλα και καρφιά, ο ιππέας caliga με καρφιά που χρησιμεύουν ως σπιρούνια. Ο εκατόνταρχος φορά και αυτός caliga αλλά ξεχωρίζει από τα κορδόνια του που τα δένει 4 φορές γύρω από τους αστραγάλους. Ο στρατιωτικός Γαίος Germanicus λάτρεψε τα caliga του και έγινε γνωστός ως Καλιγούλας!
Στην εποχή του Βυζαντίου, τα παπούτσια απλουστεύθηκαν, έγιναν πιο πρακτικά και αναπαυτικά. Έτσι οι βυζαντινοί καθιέρωσαν ως επίσημα και πολυτελή παπούτσια τους καμπάγους (campagi), και ως καθημερινά τα τζαγγία. Τα τζαγγία έδωσαν το όνομά τους στους τσαγκάρηδες που τότε λέγονταν τζαγγάριοι.
Κατά το μεσαίωνα η μόδα επέβαλε το poulaine, ένα παπούτσι με μυτερή και ανεστραμμένη μύτη. Το μέγεθος της μύτης και το πόσο ανεστραμμένη ήταν, ήταν ανάλογα της οικονομικής και κοινωνικής θέσης αυτού που τα φόραγε. Το μήκος τους έφτασε τα 75 εκατοστά, αλλά στη συνέχεια με διάφορα διατάγματα μειώθηκε σε 65 εκ για τους αριστοκράτες και 15 για το λαό. Γύρω στα 1450 ο Εδουάρδος ο IV της Αγγλίας τα κατήργησε. Ως αντίδραση της μόδας στα πολύ μακριά παπούτσια ,ήρθαν τα πολύ φαρδιά, γνωστά ως "πόδι αρκούδας" ή "ράμφος πάπιας", τα οποία έφτασαν σε πλάτος περίπου τα 30 και 40 εκατοστά. Μετά τα μακριά και πλατιά παπούτσια ήρθαν τα πολύ ψηλά. Μπότες ψηλές με τακούνια ψηλά σε χρώματα μαύρο, κόκκινο, κίτρινο με δαντέλες για άνδρες και γυναίκες.
Στα χρόνια του Λουδοβίκου του XIV επανεμφανίζονται οι κανόνες που ίσχυαν στη Ρώμη. Τα ρούχα, τα παπούτσια και τα καπέλα ήταν χαρακτηριστικά για την κάθε κοινωνική τάξη. Τα τακούνια επιβάλλονται από το νόμο! Εκτός από τα τακούνια τα παπούτσια αποκτούν κορδέλες, φιόγκους και δαντέλες. Ο ίδιος ο Λουδοβίκος φορά παπούτσια κόκκινα με πόρπη στολισμένη με διαμάντια. Κατά τον 18ο αιώνα η μόδα αποτρελαίνεται, τακούνια ψηλά, χαμηλά, πόντες (μύτες) τετράγωνες, μυτερές, όλα οδηγούσαν σε μια επανάσταση...
Η επανάσταση του 1789 στη Γαλλία, φέρνει επανάσταση και στο παπούτσι, έκοψε τα τακούνια, τις πόρπες, και μεταξωτές κάλτσες. Βέβαια ο ίδιος ο Ναπολέων λάτρευε τις μπότες και πίστευε ότι είναι το τρίτο πιο σημαντικό στοιχείο στον εξοπλισμό των στρατιωτών του μετά από το ντουφέκι και την ζεστή κάπα.
Ο 19ος αιώνας ήρθε με παπούτσια υφασμάτινα σατέν, παρ' όλες όμως τις αλλαγές της μόδας στα υποδήματα όλους αυτούς τους αιώνες, ακόμα δεν είχαν εφευρεθεί παπούτσια δεξιά ή αριστερά, ήταν όλα ίδια! Το 1822 στη Φιλαδέλφεια ένας κατασκευαστής δοκιμάζει να λανσάρει παπούτσια σε ζευγάρια, αλλά χωρίς εμπορική επιτυχία. Το 1865 η διάκριση των παπουτσιών σε δεξιά και αριστερά γίνεται μόδα, και επιβάλλεται, παρόλο που οι άνθρωποι αρχικά χάνουν την ισορροπία τους μέχρι να συνηθίσουν αυτή την διάκριση των υποδημάτων.
Στα μέσα του 19ου αιώνα οι ΗΠΑ δίνουν τρομακτική επιτάχυνση στην υποδηματοποιία τόσο με την εισαγωγή νέων υλικών, όπως το καουτσούκ, όσο και με την ανάπτυξη μηχανών νέας τεχνολογίας για την ραφή των φοντιών και σολών. Στην Ευρώπη την ίδια περίοδο ανοίγουν τα πρώτα μεγάλα καταστήματα και κατά συνέπεια και οι πρώτες μπουτίκ υποδημάτων, οργανώνονται εργαστήρια κατασκευής υποδημάτων και δημιουργούνται τα πρώτα brand names. H μόδα αυτή την περίοδο επιβάλλει ψηλά τακούνια και μύτες τετράγωνες και μυτερές. Τα ανδρικά αποκτούν κορδόνια και μοιάζουν πολύ με τα κλασικά ανδρικά παπούτσια του σήμερα. Στα γυναικεία υπάρχει μια πανδαισία χρωμάτων και υλικών, από μεταξωτά μέχρι δερμάτινα. Στα σατέν εμφανίζονται δαντέλες, στρας, αγκράφες και κορδελάκια.
Στην Ελλάδα τον 18ο και 19ο αιώνα το κυρίαρχο παπούτσι ήταν από χονδρό δέρμα με καρφιά στη σόλα και φούντα μπροστά, τα γνωστά τσαρούχια!
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Γαλλία είναι από τους πρωτοπόρους στο ευρωπαϊκό παπούτσι. Τώρα δημιουργούνται τα brand names που πολλά από αυτά υπάρχουν μέχρι σήμερα. Τις τρεις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα υπάρχει ένας οργασμός δημιουργίας νέων σχεδίων και τύπων υποδημάτων, πολλά από τα υποδήματα που είναι στη μόδα σήμερα είχαν σταδιοδρομήσει τις δεκαετίες του 1920 και 1930. Την δεκαετία του '30 τα παπούτσια βάφονται με πολλά χρώματα και είναι φωτεινά και ζωηρά. Τα πέδιλα κάνουν την είσοδό τους στην αγορά, ενώ εμφανίζονται νέα εξωτικά δέρματα από σαύρα και φίδι .Οι μύτες των παπουτσιών δεν είναι πια τετράγωνες, αλλά στρογγυλές και μυτερές. Τα τακούνια είναι μέχρι 2,5 πόντους για τα ανδρικά και 5,5 για τα γυναικεία. Κυκλοφορούν παπούτσια δίχρωμα με τρυπάκια όπως τα derby και τα oxford. Η Ιταλία αρχίζει να μπαίνει δυναμικά στο σχέδιο και την κατασκευή υποδημάτων. Ανάμεσα στους νέους τύπους υποδημάτων που έκαναν την είσοδό τους αυτά τα χρόνια ήταν τα αθλητικά με πρωτοπόρο την Adidas του Γερμανού Adi Dassler και την Puma του αδερφού του Rudolf Dassler .
Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος σταμάτησε την πορεία του παπουτσιού προς τη μόδα... και η μόδα γίνεται στρατιωτική. Μετά τον πόλεμο η μόδα άρχισε πάλι να αναπτύσσεται, να επιβάλλει νέα σχέδια, υλικά και χρώματα και συχνά να επαναλαμβάνεται.
Μέχρι τότε οι αλλαγές τις μόδας συνέβαιναν αρχικά με συχνότητα εκατό η περισσότερων χρόνων, μετά με συχνότητα δεκαετιών ώσπου φτάσαμε στο σήμερα που η μόδα αλλάζει τυπικά κάθε μισό χρόνο, αλλά ουσιαστικά κάθε τρία χρόνια περίπου. Επίσης παρατηρούμε ότι σε ίδιες περιόδους υπάρχουν περισσότερες της μίας τάσεις, οι οποίες εμπνέονται από διαφορετικές ιστορικές περιόδους και ενδυματολογικές συνήθειες διαφορετικών λαών.